- αιχμάλωτος
- Στην πρώτη της κυριολεκτική σημασία η λέξη σημαίνει αυτόν που τον συνέλαβαν με την αιχμή του δόρατος (αιχμή + αλωτός) και γενικότερα με τη χρήση βίας. Συνήθως, α. θεωρείται ο ένοπλος στρατιώτης του εχθρού που συλλαμβάνεται κατά τη διάρκεια πολεμικών επιχειρήσεων. Γενικότερα, όμως, α. μπορεί να θεωρηθεί και κάθε μέλος της κοινωνίας του εχθρού που συλλαμβάνεται και βρίσκεται στη διάθεση του αντιπάλου. Σύμφωνα με τη σύμβαση της Γενεύης του 1949, α. μπορούν να θεωρηθούν και μη στρατιωτικοί, εφόσον πληρούν ορισμένους όρους σύμφωνα με τους οποίους εξομοιώνονται με μαχητές. Το καθεστώς των α. σε όλη τη μακραίωνη ανθρώπινη ιστορία υπήρξε πάντοτε και σε γενικές γραμμές ιδιαίτερα σκληρό. Εντούτοις, κατά καιρούς, διαμορφώνονταν στην πράξη ιδιαίτερες συνήθειες ως προς τη μεταχείρισή τους. Στους πρώιμους ιστορικούς χρόνους συνηθισμένη ήταν η σφαγή των α. πολεμιστών του εχθρού πάνω στους τάφους των πεσόντων ηρώων του αντιπάλου, χάριν της εκδίκησης του αίματος. Στους Σουμέριους ίσχυε η εξαγορά των α. εφόσον ήταν δημόσιοι λειτουργοί (κώδικας Χαμουραμπί). Στους Ασσύριους εφαρμοζόταν η μαζική θανάτωση των α. ή η μαζική εξορία (αιχμαλωσία Ισραηλιτών και μεταφορά τους στη Βαβυλώνα). Με την επέκταση του δουλοκτητικού συστήματος στον ελληνορωμαϊκό κόσμο γενικεύτηκε ο εξανδραποδισμός των α. και η πώλησή τους ως δούλων. Στους Έλληνες ίσχυε, παράλληλα, και η ανταλλαγή α. Στον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη η εξαγορά των α. με λύτρα. Εξανδραποδισμούς έκαναν και οι μωαμεθανοί, μολονότι ο ισλαμισμός απαγόρευε τη δουλεία. Μεγάλο μέρος χριστιανών α. (στρατιωτών και μη) τους πουλούσαν ως δούλους στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής, ενώ άλλοι υπηρετούσαν στις ισλαμικές γαλέρες. Επί Οθωμανών, με τη μέθοδο του παιδομαζώματος, πολλά παιδιά χριστιανικών οικογενειών χρησιμοποιήθηκαν για τη συγκρότηση των φοβερών γενιτσαρικών σωμάτων. Στο διεθνές δίκαιο, σημαντικό σταθμό για την ανάπτυξη του εθίμου της ανταλλαγής α. αποτελεί η συνθήκη του Ιουνίου 1743 μεταξύ Γαλλίας και Μεγάλης Βρετανίας. Θα πρέπει επίσης να σημειωθούν οι πρόοδοι των αντιλήψεων για τη μεταχείριση των α. πολέμου –στο επίπεδο του διεθνούς δικαίου– με τις συμβάσεις των Βρυξελλών του 1864, της πρώτης Διάσκεψης Ειρήνης της Χάγης του 1899 και της δεύτερης του 1909, της Γενεύης του 1929 και της Γενεύης, επίσης του 1949. Εντούτοις, οι εξελίξεις αυτές στο επίπεδο των διακηρύξεων και των διεθνών συμφωνιών δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν τη φοβερή παλινδρόμηση στα πολεμικά ήθη, συμπεριλαμβανομένου και του τομέα της μεταχείρισης των αιχμαλώτων.
Συγκινητικό στιγμιότυπο από την απελευθέρωση Αμερικανών και Άγγλων αιχμαλώτων των Ιαπώνων από Αυστραλούς στρατιώτες, που είχαν εγκλειστεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην περιοχή της Σιγκαπούρης (Σεπτέμβριος, 1945).
* * *-η, -ο (Α αἰχμάλωτος, -ον)(στα αρχ. επίθετο, στα νεοελλ. με ουσιαστική κυρίως χρήση) αυτός που συλλαμβάνεται σε μάχη ή που μόνος του παραδίνεται στον εχθρό(νεοελλ.-μσν.) δούλος, σκλάβοςνεοελλ.ο χωρίς αυτοβουλία, εξαρτημένος, υποτελής, υποχείριος, δέσμιοςαρχ.1. λέγεται και για πράγματα2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ αἰχμάλωτα, λεία, λάφυρα3. αἰχμαλωτικός*.[ΕΤΥΜΟΛ. < αἰχμὴ + ἁλωτὸς < ἁλίσκομαι (βλ. λ. αιχμή).ΠΑΡ. αἰχμαλῶ, αἰχμαλωσία, αἰχμαλωτίζωαρχ.αἰχμαλωτικός, αἰχμαλωτεύω].
Dictionary of Greek. 2013.